- ἐμπίπτουσι
- ἐμπί̱πτουσι , ἐμπίτνωfall uponpres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)ἐμπί̱πτουσι , ἐμπίτνωfall uponpres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
OLMEJUS — inter fluvios Musis dicatos, memoratur Statio Theb. l. 7. v. 284. tuque ô Permesse canoris, Et, felix Olmie, vadis Uti vugo habetur, sed Olmeie, legi vult Barthius, ex Strabone l. 9. Καὶ ὁ Περμηςςός τε καὶ ὁ Ὀλμειὸς ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος συμβάλλοντες… … Hofmann J. Lexicon universale
λύγη — λύγη, ἡ (Α) σκιά, σκιόφως («νυκτὸς ἐμπίπτουσι τοῑς φύλαξιν εὐναζομένοις καὶ κτείνουσιν αὐτοὺς καὶ τῷ Καίσαρι κατέσεισαν ὑπὸ λύγῃ», Αππ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η σύνδεση τού τ. με τη λ. ἠλύγη παρουσιάζει δυσκολίες, δεδομένου ότι, εκτός τού… … Dictionary of Greek